αγνείας, ζώνη

αγνείας, ζώνη
Η ζώνη που χρησιμοποιούσαν στην περίοδο κυρίως των Σταυροφοριών οι άντρες, για να είναι βέβαιοι για την αγνότητα των συζύγων τους κατά την απουσία τους στις εκστρατείες. Η ζώνη αυτή κάλυπτε τα γεννητικά όργανα της γυναίκας και ασφαλιζόταν με κλειδαριά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ζώνη — Λωρίδα από ύφασμα, δέρμα, μέταλλο ή άλλο εύκαμπτο υλικό, που χρησιμεύει για να συγκρατεί στη μέση τα ενδύματα. Οι ζ., οι οποίες χρονολογούνται από την εποχή του χαλκού, ήταν ασφαλώς ένα από τα πρώτα στοιχεία ενδυμασίας που επινόησαν οι άνθρωποι.… …   Dictionary of Greek

  • ζώνη — η 1. ταινία από δέρμα ή ύφασμα: Έσφιξε τη μέση της με τη ζώνη. 2. περιοχή: Η επιφάνεια της Γης χωρίζεται σε πέντε ζώνες. 3. ό,τι μοιάζει με ζώνη: Οι αστυνομικοί σχημάτισαν ζώνη γύρω από το φέρετρο. 4. «ζώνη αγνείας», σιδερένιο πλέγμα που το… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”